φαλίς
πενία μόνα τὰς τέχνας ἐγείρει → poverty alone promotes skilled work, necessity is the mother of invention, necessity is the mother of all invention, poverty is the mother of invention, out of necessity comes invention, out of necessity came invention, frugality is the mother of invention
German (Pape)
[Seite 1253] ίδος, ἡ, die Priesterinn der Hera zu Argos, wahrscheinlich von φαλός, wegen der weißen Tracht, Euseb. Chronic.
Greek (Liddell-Scott)
φᾰλίς: -ίδος, ἡ, ἡ ἱέρεια τῆς Ἥρας ἐν Ἄργει, πιθαν. ἐκ τοῦ φαλός, ή, όν, ὡς ἐκ τῆς λευκῆς αὐτῆς ἐσθῆτος, Σύγκελ. 172Α.
Greek Monolingual
(I)
-ίδος, ἡ, Α
(κατά τον Ησύχ.) «κάνναβις».
[ΕΤΥΜΟΛ. Η λ. έχει σχηματιστεί από το επίθ. φαλός «λευκός», λόγω του χρώματος της κάνναβης. Για ανάλογες ονομασίες της κάνναβης προερχόμενες από επίθ. με σημ. «λευκός» πρβλ. σερβ. belojka, σλοβεν. belica (< αρχ. σλαβ. belĩ «λευκός»), γερμ. Weisshanf (< weiB «λευκός»)].
(II)
-ίδος, ἡ, Α
ιέρεια της Ήρας στο 'Αργος.
[ΕΤΥΜΟΛ. Πιθ. < φαλός «λευκός» + κατάλ. -ίς, -ίδος, λόγω του λευκού ενδύματος της ιέρειας].
Frisk Etymology German
φαλίς: {phalís}
Meaning: κάνναβις H.
Etymology : Zu φαλός = λευκός (s.d.); vgl. skr. bjelojka, slov. belica weißer Hanf, dt. Wißhampf (Crepajac KZ 81, 183 A. 1).
Page 2,986