Ὅρκον δὲ φεῦγε καὶ δικαίως κἀδίκως (κἂν δικαίως ὀμνύῃς) → Iurare fugias, vere, falso, haud interest → Zu schwören meide, gleich ob richtig oder falsch
Use Ar. and P. ξύλον, τό, P. and V. κλῷος, ὁ (Eur., Cyclops 235).
Met., brand with disgrace: P. εἰς στήλην γράφειν.