ἐξώθησις
From LSJ
Μεγάλη τυραννὶς ἀνδρὶ πλουσία (τέκνα καὶ) γυνή → Duxisse ditem, servitus magna est viro → Gar sehr tyrannisiert die reiche Frau den Mann
English (LSJ)
εως, ἡ,
A expulsion, Alex.Aphr.Pr.1.90, Aët.8.53. 2 Gramm., expulsion of a letter, Eust.378.3, 1542.32.
German (Pape)
[Seite 890] ἡ, das Heraus-, Fortstoßen, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
ἐξώθησις: -εως, ἡ, τὸ ἔξω ὠθεῖν, διεγεῖρον (τὸ νίτρον) τὰ ἔντερα καὶ τοὺς μῦς πρὸς ἐξώθησιν, πρὸς ἔκκρισιν τῶν περιττωμάτων, Ἀλέξ. Ἀφρ. Προβλ. 1. 90.