Φίλους ἔχων νόμιζε θησαυροὺς ἔχειν → Tibi si est amicus, esse thesaurum puta → Mit Freunden, glaub es nur, besitzt du einen Schatz
P. and V. λίμνη, ἡ, P. ἕλος, τό. Ar. and P. τέλμα, τό.
of the fen, adj.: P. and V. ἕλειος, Ar. λιμναῖος.