χερσάνιππος
From LSJ
αὔριον ὔμμε πάσας ἐγὼ λουσῶ Συβαρίτιδος ἔνδοθι λίμνας → tomorrow I'll wash you one and all in Sybaris lake
αὔριον ὔμμε πάσας ἐγὼ λουσῶ Συβαρίτιδος ἔνδοθι λίμνας → tomorrow I'll wash you one and all in Sybaris lake
Full diacritics: χερσάνιππος | Medium diacritics: χερσάνιππος | Low diacritics: χερσάνιππος | Capitals: ΧΕΡΣΑΝΙΠΠΟΣ |
Transliteration A: chersánippos | Transliteration B: chersanippos | Transliteration C: chersanippos | Beta Code: xersa/nippos |
ὁ, A unmounted desert-guard, PSI4.399 (iii B. C.).
ὁ, Α
πεζός φρουρός περιοχής της ερήμου, σε αντιδιαστολή προς τον έφιππο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χέρσος + ἄνιππος «αυτός που δεν έχει άλογο»].