ἀπόταξις
Εἰ θνητὸς εἶ, βέλτιστε, θνητὰ καὶ φρόνει → Mortalis quum sis, intra mortalem sape → Bist sterblich du, mein Bester, denk auch Sterbliches
English (LSJ)
εως, ἡ, (ἀποτάσσω) A separate assessment for tribute, Antipho Fr.55.
German (Pape)
[Seite 329] ἡ, Absonderung der Einzelnen bei Entrichtung der Abgaben, Antiph. bei Suid.; vgl. Böckh Staatsh. I p. 445; auch = ἀποταγή, K. S.
Greek (Liddell-Scott)
ἀπόταξις: -εως, ἡ (ἀποτάσσω) ἀποχωρισμός, κυρίως ταξινόμησις ἀνθρώπων πρὸς φορολογίαν, «ἀπόταξις, τὸ χωρὶς τετάχθαι τοὺς πρότερον ἀλλήλοις συντεταγμένους εἰς τὸ ὑποτελεῖν τὸν ὡρισμένον φόρον. Ἀντιφῶν ἐν τῷ περὶ Σαμοθρᾳκῶν φόρου» Ἁρπ., πρβλ. Βοίκχ. Π. Οἰ. 2. 156.
2) = ἀποταγή, Ἐκκλ.: ― ὡσαύτως -ταξία, ἡ, Ἐκκλ.
Spanish (DGE)
-εως, ἡ
1 exención del tributo, Antipho Fr.55.
2 renuncia τῆς οὐσίας Eus.HE 2.17.5, al demonio, Leont.Byz.M.86.1973A, Cyr.H.Catech.19.8, al mundo en la vida ascética, Epiph.Const.Haer.40.1.4.