ἔμφωτον
ἔκστασίς τίς ἐστιν ἐν τῇ γενέσει τὸ παρὰ φύσιν τοῦ κατὰ φύσιν → what is contrary to nature is any developmental aberration from what is in accord with nature (Aristotle, On the Heavens 286a19)
English (LSJ)
τό, A hollow of a cone, Hero *Stereom.1.55.
Spanish (DGE)
-ου, τό
espacio o intervalo vacío que deja pasar la luzde áreas o volúmenes inscritos en cuerpos geom., Hero Stereom.1.55, 57, 60, 76, 77
•en edificios vano, intercolumnio Euagr.Schol.HE 4.31.
Greek Monolingual
ἔμφωτον, το (AM)
μσν.
το εύρος, το διάστημα
αρχ.
1. το κοίλο του κώνου
2. φωτιζόμενο μέρος, το μέρος από όπου εισέρχεται φως, π.χ. πλευρά τοίχου που έχει παράθυρα.
Frisk Etymological English
(-ος)
See also: s. φῶς
Frisk Etymology German
ἔμφωτον: (-ος)
{émphōton}
Meaning: Hohlraum (Hero Stereom. 1, 55).
Etymology : Eig. Lichtraum, Hypostase oder Bahuvrihi von ἐν und φῶς; in derselben (oder einer ähnlichen) Bed. steht ebd. auch ἀήρ Luft.
Page 1,508