ὀστρακοποιός
From LSJ
Οὐδ' ἄμμε διακρινέει φιλότητος ἄλλο, πάρος θάνατόν γε μεμορμένον ἀμφικαλύψαι → Nor will anything else divide us from our love before the fate of death enshrouds us
Οὐδ' ἄμμε διακρινέει φιλότητος ἄλλο, πάρος θάνατόν γε μεμορμένον ἀμφικαλύψαι → Nor will anything else divide us from our love before the fate of death enshrouds us
Full diacritics: ὀστρᾰκοποιός | Medium diacritics: ὀστρακοποιός | Low diacritics: οστρακοποιός | Capitals: ΟΣΤΡΑΚΟΠΟΙΟΣ |
Transliteration A: ostrakopoiós | Transliteration B: ostrakopoios | Transliteration C: ostrakopoios | Beta Code: o)strakopoio/s |
ὁ, A potter, Gloss.
[Seite 400] irdene Geschirre machend, der Töpfer, Sp.
ὀστρᾰκοποιός: ὁ, κεραμεύς, Γλωσσ.
ὀστρακοποιός, ὁ (Α)
κεραμέας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὄστρακον «πήλινο αγγείο» + -ποιός].