μὴ λέγε τοὐμὸν ὄνειρον ἐμοί → tell not my own dream to me, you are telling me what I know already
ἔριγμα, τὸ (Α)τρίμμα από κοπανισμένα όσπριαβλ. έρεγμα.[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ερείκω «σχίζω, συντρίβω» — το -ι- του τ. είναι αποτέλεσμα συγχύσεως του ει με το ι (ιωτακισμός)].