Νέος ὢν ἀκούειν τῶν γεραιτέρων θέλε → Audi libenter, ipse adhuc iuvenis, senes → Als junger Mann hör' gerne auf die Älteren
1. τραγουδώ γλυκά σαν αηδόνι, γλυκολαλώ2. (ειρωνικά) φλυαρώ.[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αηδόνι + λαλώ.ΠΑΡ. αηδονολάλημα].