Κακὸν φυτὸν πέφυκεν ἐν βίῳ γυνή, καὶ κτώμεθ' αὐτὰς ὡς ἀναγκαῖον κακόν → In vita occrevit nobis ut gramen mulier, malumque hoc opus est servemus domi → Ein schlimm Gewächs erwuchs im Leben uns die Frau, und wir besitzen sie als unumgänglich Leid
(-ούς), -ές (Μ ἀκροπαγής)
ο στερεωμένος ή καρφωμένος στα άκρα
«ἀκροπαγὴς ἐξέδρα» (Ιω. Γαζαίος 1, 111).
[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < ἀκρο- (Ι) + -παγὴς < ἐπάγην < πήγνυμι.