ἑξάπρυμνος
From LSJ
Ἔργων πονηρῶν χεῖρ' ἐλευθέραν ἔχε → Mali facinoris liberam serva manum → Von schlechten Taten halte deine Hände frei
English (LSJ)
ον, A with six stems, i.e. ships, Lyc.1347.
German (Pape)
[Seite 871] mit sechs Schissshintertheilen, d. i. mit sechs Schiffen, Lyc. 1347.
Greek (Liddell-Scott)
ἑξάπρυμνος: -ον, ὁ, ἐκ τοῦ μέρους τὸ ὅλον, ἔχων ἓξ πλοῖα, μετὰ ἓξ πλοίων, τὸν ἑξάπρυμνον, δηλ. τὸν Ἡρακλέα, «ὅτι ἓξ ναῦς ἔχων, εἰς τὴν Τροίαν ἦλθεν» (Σχόλ.), Λυκόφρ. 1347, πρβλ. Ἰλ. Ε. 638.
Spanish (DGE)
-ον
provisto de seis popas, e.d., de seis naves, βοηλάτης ὁ ἑ. de Heracles, Lyc.1347.
Greek Monolingual
ἑξάπρυμνος, -ον (Α)
αυτός που έχει έξι πρύμνες, δηλ. έξι πλοία.