ἡμεροκατάλλακτον
From LSJ
ἑωλοκρασίαν τινά μου τῆς πονηρίας κατασκεδάσας → having discharged the stale dregs of his rascality over me
English (LSJ)
τό, = ἡμεροκαλλές.
ἑωλοκρασίαν τινά μου τῆς πονηρίας κατασκεδάσας → having discharged the stale dregs of his rascality over me
Full diacritics: ἡμεροκατάλλακτον | Medium diacritics: ἡμεροκατάλλακτον | Low diacritics: ημεροκατάλλακτον | Capitals: ΗΜΕΡΟΚΑΤΑΛΛΑΚΤΟΝ |
Transliteration A: hēmerokatállakton | Transliteration B: hēmerokatallakton | Transliteration C: imerokatallakton | Beta Code: h(merokata/llakton |
τό, = ἡμεροκαλλές.