Ἰὸς πέφυκεν ἀσπίδος κακὴ γυνή → Ipsum venenum aspidis mulier mala → Das reinste Natterngift ist eine schlechte Frau
Full diacritics: λασιτός | Medium diacritics: λασιτός | Low diacritics: λασιτός | Capitals: ΛΑΣΙΤΟΣ |
Transliteration A: lasitós | Transliteration B: lasitos | Transliteration C: lasitos | Beta Code: lasito/s |
κίναιδος, ἢ λεσιτός· πόρνη, Hsch. (cf. λαίσιτος).
λασιτός: «κίναιδος· πόρνη» Ἡσύχ.
λασιτός (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «κίναιδος, ἢ λεσιτός
πόρνη».