Τὸ γὰρ θανεῖν οὐκ αἰσχρόν, ἀλλ' αἰσχρῶς θανεῖν → Mors ipsa non est foeda, sed foede mori → Das Sterben bringt nicht Schmach, doch sterben in der Schmach
θαλασσοπλήκτης, ό (Μ)
(για τον Ξέρξη) αυτός που χτύπησε τη θάλασσα, που έδειρε τη θάλασσα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θαλασσο- + -πλήκ-της (< πλήσσω), πρβλ. επι-πλήκτης, τειχεσι-πλήκτης.