Γήρως δὲ φαύλου τίς γένοιτ' ἂν ἐκτροπή; → Senectutis non habetur effugium malae → Wie könnte man dem schlimmen Alter wohl entflieh'n?
ο
άτομο που επιδιώκει να διοριστεί, ιδίως στο δημόσιο, με κάθε μέσο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θέσις + -θήρας (< θήρα «κυνήγι»), πρβλ. προικο-θήρας. Η λ. μαρτυρείται από το 1871 στο Ελληνογαλλικόν Λεξικόν του Άγγελου Βλάχου].