λαβατέρα

From LSJ
Revision as of 14:15, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Kατεσκευάσθη τὸ ἱερὸν τοῦτο ποτήριον ... ἐν ἔτει ,αω'α' → Τhis holy cup was made ... in the year 1801

Source

Greek Monolingual

η
βοτ. γένος αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών που ανήκει στην οικογένεια μαλβίδες της οποίας τα είδη που ευδοκιμούν στην Ελλάδα είναι γνωστά ως μολόχες.
[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. ξεν. όρου, πρβλ. αγγλ. lavatera < νεολατ. lavatera < επώνυμο του Ελβετού βοτανολόγου του 17ου αιώνα V. R. Lavater].