Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

λεκανοπέδιο

From LSJ
Revision as of 14:25, 23 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")

Ὡς χαρίεν ἔστ' ἄνθρωπος, ἂν ἄνθρωπος ᾖ → Res est homo peramoena, quum vere est homo → Wie voller Anmut ist ein Mensch, der wirklich Mensch

Menander, Monostichoi, 562

Greek Monolingual

το
έκταση εδάφους που έχει σχήμα λεκάνης και περιβάλλεται από βουνά («λεκανοπέδιο της Αττικής»).
[ΕΤΥΜΟΛ. < λεκάνη + πεδίον «πεδιάδα» (πρβλ. ορο-πέδιο, υδατο-πέδιο). Η λ. είναι πιθ. απόδοση στην ελλ. ξεν. όρου και μαρτυρείται από το 1854 στον Στ. Σταθόπουλο].