ὡς μήτε τὰ γενόμενα ἐξ ἀνθρώπων τῷ χρόνῳ ἐξίτηλα γένηται → in order that so the memory of the past may not be blotted out from among men by time
θερμολουτῶ, -έω (Α)
κάνω ζεστά λουτρά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θερμ(ο)- + (-λουτώ < -λούτης < λούω), πρβλ. αλουτώ, ψυχρολουτώ].