καλαμογραφία

From LSJ
Revision as of 07:40, 24 August 2021 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(\[\[πρβλ\]\]\. )(<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\]), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-\[\[)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(\]\])" to "πρβλ. $3$5, $8$10")

Θεοὶ μέγιστοι τοῖς φρονοῦσιν οἱ γονεῖς → Numen parentes maximum prudentibus → Die rößten Götter sind die Eltern dem, der klug

Menander, Monostichoi, 238
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κᾰλᾰμογρᾰφία Medium diacritics: καλαμογραφία Low diacritics: καλαμογραφία Capitals: ΚΑΛΑΜΟΓΡΑΦΙΑ
Transliteration A: kalamographía Transliteration B: kalamographia Transliteration C: kalamografia Beta Code: kalamografi/a

English (LSJ)

Ep. κᾰλᾰμογραφίη, ἡ, A writing with a reed or pen, Man.4.72.

German (Pape)

[Seite 1307] ἡ, das Schreiben mit der Rohrfeder, Han. 4, 72.

Greek Monolingual

καλαμογραφία και καλαμογραφίη, ἡ (Α)
το γράψιμο που γινόταν με τον κάλαμο, με τη γραφίδα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κάλαμος + -γραφία (< -γράφος), πρβλ. βιβλιογραφία, νομογραφία].