τὸν νέον τίνα οἴει καρδίαν ἴσχειν → what do you think are his feelings
προτέρως: Ἐπίρρ. τοῦ πρότερος, κατὰ τὸν πρότερον τρόπον, Βυζ.
Μεπίρρ. βλ. πρότερος.
προτέρως: ближайшим образом Arst.