ξιφίζω

From LSJ
Revision as of 18:25, 20 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(<b class="b2">)([\w\s'-]+)(<\/b>)" to "$2")

λεπταῖς ἐπὶ ῥοπῆσιν ἐμπολὰς μακρὰς ἀεὶ παραρρίπτοντες → staking distant ventures on nice balancings

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ξῐφίζω Medium diacritics: ξιφίζω Low diacritics: ξιφίζω Capitals: ΞΙΦΙΖΩ
Transliteration A: xiphízō Transliteration B: xiphizō Transliteration C: ksifizo Beta Code: cifi/zw

English (LSJ)

A dance the sword-dance, Cratin.219.

German (Pape)

[Seite 280] einen Schwertertanz tanzen, ein kriegerischer Tanz, wobei man die Hände ausstreckt, wie wenn man ein Schwert hält, VLL. erkl. ἀνατείνειν τὴν χεῖρα καὶ ὀρχεῖσθαι.

Greek (Liddell-Scott)

ξῐφίζω: μέλλ. -ίσω, (ξίφος) ὀρχοῦμαι τὴν ξιφικὴν ὄρχησιν, ἢ ὀρχοῦμαι μὲ τὰς χεῖρας ἐκτεταμένας ὥσπερ ξίφος κρατῶν, Κρατῖν. ἐν «Τροφωνίῳ» 4, ἴδε Ἡσύχ.

Greek Monolingual

ξιφίζω (Α) ξίφος
χορεύω τον πολεμικό χορό, κατά τον οποίο οι χορευτές έχουν τα χέρια τεντωμένα σαν να κρατούν ξίφος.