κίγκασος

From LSJ
Revision as of 09:50, 21 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - " :" to ":")

καὶ ὑποθέμενος κατὰ τῆς κεφαλῆς φέρειν τὰς πληγάς, ὡς ἐν ἐκείνῃ τοῦ τε κακοῦ τοῦ πρὸς ἀνθρώπους → and having instructed them to bring their blows against the head, seeing that the harm to humans ... (Josephus, Antiquities of the Jews 1.50)

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κίγκασος Medium diacritics: κίγκασος Low diacritics: κίγκασος Capitals: ΚΙΓΚΑΣΟΣ
Transliteration A: kínkasos Transliteration B: kinkasos Transliteration C: kigkasos Beta Code: ki/gkasos

English (LSJ)

ὁ, name of a throw at dice, Hsch.; cf. κίκκασος.

Greek (Liddell-Scott)

κίγκασος: «κυβευτικός τις βόλος» Ἡσύχ.

Greek Monolingual

κίγκασος (Α)
(κατά τον Ησύχ.) «κυβευτικός τις βόλος», δηλ. είδος ριξίματος του ζαριού.
[ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολ. Τελείως αβέβαιη η σύνδεση του με το κίγκλος.

Frisk Etymological English

Grammatical information: ?
Meaning: κυβευτικός τις βόλος, also κίκκασος ...καὶ βόλου ὄνομα H.
Origin: PG [a word of Pre-Greek origin]
Etymology: On the suffix Chantraine Formation 435; further unexplained. Fur. 281 assumes "spätgriech. Geminatenauflösung (Schwyzer, KZ 61, 230). No doubt a Pre-Greek word.

Frisk Etymology German

κίγκασος: {kígkasos}
Meaning: κυβευτικός τις βόλος, auch κίκκασος· βόλου ὄνομα H.
Etymology: Zur Bildung Chantraine Formation 435; sonst unerklärt.
Page 1,849