συμμαρτυρία
From LSJ
Μισῶ σοφιστήν, ὅστις οὐχ αὑτῷ σοφός → I hate the sage who is not wise for himself → Odi professum sapere, qui sibi non sapit → Den Weisen hass' ich, der in eigner Sache Tor
English (LSJ)
ἡ, configuration of planets, Vett. Val.49.26.
Greek Monolingual
ἡ, Α συμμάρτυρος
αστρον. η σχετική θέση τών πλανητών.
Greek Monolingual
ἡ, Α συμμάρτυρος
αστρον. η σχετική θέση τών πλανητών.