διεκμηρύομαι
From LSJ
ἅπαντι δαίμων ἀνδρὶ συμπαρίσταται εὐθὺς γενομένῳ μυσταγωγὸς τοῦ βίου → a spirit assists every man from birth to be the leader of his life
English (LSJ)
unwind, Ph.Bel.57.44.
Spanish (DGE)
desenrollar en v. pas. ὅλον (κῶλον) διὰ τῶν χοινικίδων διεκμηρύεσθαι Ph.Bel.57.44, cf. 58.44.
German (Pape)
[Seite 618] herausziehen, Sp.