τραχὺς ἐντεῦθεν μελάμπυγός τε τοῖς ἐχθροῖς ἅπασιν → he is a tough black-arse towards his enemies, he is a veritable Heracles towards his enemies
μυροκοπῶ, -έω (Μ)
αλείφω με μύρα, με αρώματα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < μύρον + -κοπῶ (< -κόπος < κόπτω), πρβλ. κυνοκοπώ, χειροκοπώ].