υγρόφυρτος
From LSJ
Λόγος εὐχάριστος χάριτός ἐστ' ἀνταπόδοσις → Es sermo gratus pro relata gratia → Ein gutes Wort ist Dank für eine gute Tat
Greek Monolingual
-ον, Μ
αναμεμιγμένος με υγρό.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ὑγρός + -φυρτος (< φύρω «αναμιγνύω»), πρβλ. αιμόφυρτος, παντόφυρτος].