Revision as of 11:20, 10 May 2023 by Spiros(talk | contribs)(Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\]" to "πρβλ. $2$4]")
και πρόστοο, το / προστῷον και πρόστοον ΝΑ αρχιτ.είδος προστεγάσματος, στηριζόμενου σε κίονες, που βρίσκεται πριν από την στοά της πύλης ενός οικοδομήματος. [ΕΤΥΜΟΛ.<προ+ -στῳον / -στοον (<στωιά / στοά), πρβλ. περιστῷον].