μήτε ἐγρηγορόσιν μήτε εὕδουσι κύρτοις ἀργὸν θήραν διαπονουμένοις → weels that secure a lazy angling for men whether asleep or awake
Full diacritics: ἐκμυκτηρισμός | Medium diacritics: ἐκμυκτηρισμός | Low diacritics: εκμυκτηρισμός | Capitals: ΕΚΜΥΚΤΗΡΙΣΜΟΣ |
Transliteration A: ekmyktērismós | Transliteration B: ekmyktērismos | Transliteration C: ekmyktirismos | Beta Code: e)kmukthrismo/s |
-οῦ, ὁ mofa Hsch.
ἐκμυκτηρισμός: μυκτηρισμός.
ἐκμυκτηρισμός, ο (Α)
χλευασμός.