banco
From LSJ
ἡ πρὸς τοὺς ἄρρενας συνουσία → passionate friendship between males
Spanish > Greek
βάθρα, βάθρον, δεκάς, ἀγέλη, ἀργυροτράπεζα, ἐνθάκη, τράπεζα ἀργυραμοιβική
ἡ πρὸς τοὺς ἄρρενας συνουσία → passionate friendship between males
βάθρα, βάθρον, δεκάς, ἀγέλη, ἀργυροτράπεζα, ἐνθάκη, τράπεζα ἀργυραμοιβική