banco
From LSJ
Μὴ πρὸς τὸ κέρδος πανταχοῦ πειρῶ βλέπειν → Noli perpetuo vertere oculos ad lucrum → Gewinnsucht habe nirgendwo allein im Blick
Spanish > Greek
βάθρα, βάθρον, δεκάς, ἀγέλη, ἀργυροτράπεζα, ἐνθάκη, τράπεζα ἀργυραμοιβική
Μὴ πρὸς τὸ κέρδος πανταχοῦ πειρῶ βλέπειν → Noli perpetuo vertere oculos ad lucrum → Gewinnsucht habe nirgendwo allein im Blick
βάθρα, βάθρον, δεκάς, ἀγέλη, ἀργυροτράπεζα, ἐνθάκη, τράπεζα ἀργυραμοιβική