armonía
From LSJ
Νέος πεφυκὼς πολλὰ χρηστὰ μάνθανε → Dum floret aetas, disce, quod scitum decet → In jungem Alter lerne viel, was brauchbar ist
Spanish > Greek
ἅρμοσις, τὸ ἐμμελές, ἐμμέλεια, ἁρμογή, ἁρμονικός, ἁρμονία, τὸ ἡρμοσμένον, τὸ ἐναρμόνιον, ἐναρμόνιον