ἅρμοσις
From LSJ
ἆρ' ἐς τὸ κάλλος ἐκκεκώφηται ξίφη → can it be that her beauty has blunted their swords, can it be that their swords are blunted at the sight of her beauty
English (LSJ)
-εως, ἡ, tuning, Phryn.PSp.24B. (pl.): metaph. of numbers, Theol.Ar.54 (pl.).
Spanish (DGE)
-εως, ἡ
1 mús. afinación ἁρμογή, μουσικὸν τοὔνομα, τιθέμενον ἐπὶ τῶν ἁρμόσεων, ἃς ποιοῦνται οἱ μουσικοί Phryn.PS 24.16.
2 de números armonía παγκάλως τε καὶ παραλλήλως ἡρμοσμένως πάσας ἁρμόσεις Theol.Ar.54.
German (Pape)
[Seite 356] dasselbe, das Zusammenfügen.