ὁ γὰρ μανθάνων κιθαρίζειν κιθαρίζων μανθάνει κιθαρίζειν → he who is learning the harp, learns the harp by harping
Full diacritics: διξός | Medium diacritics: διξός | Low diacritics: διξός | Capitals: ΔΙΞΟΣ |
Transliteration A: dixós | Transliteration B: dixos | Transliteration C: diksos | Beta Code: dico/s |
ή, όν, Ion.,
A = δισσός, Anacr.88, Hdt.2.44, etc.
[Seite 632] ion. = δισσός, w. m. s.
διξός: -ή, -όν, Ἰων. ἀντὶ τοῦ δισσός, ὡς τριξός ἀντὶ τρισσός, πρβλ. Koen. Γρηγ. σ. 435.