κεντροπαγής
From LSJ
Δοῦλος πεφυκὼς εὐνόει τῷ δεσπότῃ → Hero bene cupias servitutem serviens → Sei deinem Herrn, bist du auch Sklave, wohlgesinnt
German (Pape)
[Seite 1418] ές, den Stachel einheftend, Salmas. Em. für κεντρομανής im Ep. ad. 121.
Greek (Liddell-Scott)
κεντροπᾰγής: -ές, ὁ βαθέως ἐμπηγνύς τὸ κέντρον, διάφ. γραφ. ἀντὶ τοῦ κεντρομανὴς ΙΙ.