μείδημα
From LSJ
Ἐς δὲ τὰ ἔσχατα νουσήματα αἱ ἔσχαται θεραπεῖαι ἐς ἀκριβείην, κράτισται → But for extreme illnesses, extreme remedies, applied with severe exactitude, are the best (Hippocrates, Aphorism 6)
English (LSJ)
ατος, τό,
A smile, Hes.Th.205 (pl.).
Greek (Liddell-Scott)
μείδημα: τό, μειδίαμα, «χαμόγελο», Ἡσ. Θ. 205.