Σμινθεύς
ἔοικα γοῦν τούτου γε σμικρῷ τινι αὐτῷ τούτῳ σοφώτερος εἶναι, ὅτι ἃ μὴ οἶδα οὐδὲ οἴομαι εἰδέναι → I seem, then, in just this little thing to be wiser than this man at any rate, that what I do not know I do not think I know either
English (LSJ)
έως, ὁ, epith. of Apollo, Il.1.39; either (from Σμίνθος or Σμίνθη a town in the Troad, Hsch., St. Byz.)
A the Sminthian; or (from σμίνθος) mouse-killer, Sch. ad loc., cf. Str.13.1.48 and 64:—also Σμίνθιος, ὁ, Ael.NA12.5, Sch.Il.l.c.; Σμίνθιος, ὁ (sc. μήν), name of a month at Rhodes, IG22.1131,12(1).1068.2, al.; written Ζμ-, ib.1149.8, al.: Σμίνθεια, τά, games at festival of Apollo Σμινθεύς, Μους. Σμυρν. 1876p.125 (Troad).
Greek (Liddell-Scott)
Σμινθεύς: έως, ὁ, ἐπίθετον τοῦ Ἀπόλλωνος, Ἰλ. Α. 39· ἢ (ἐκ τοῦ Σμίνθος ἢ Σμίνθη ἥτις ἦν πόλις Τρωϊκή, Ἡσύχ., Στέφ. Βυζ.) = ὁ Σμίνθιος· ἢ (ἐκ τοῦ σμίνθος) ὁ μυοκτόνος, ὁ τοὺς ποντικοὺς φονεύων, Σχόλ. Ἑνετ. ἐν τόπῳ, πρβλ. Στράβ. 604, 613· - ὡσαύτως Σμίνθιος, ὁ, Αἰλ. π. Ζ. 12. 5, Σχόλ. Ἰλ. ἔνθ’ ἀνωτ.