αὐτόπρεμνος
ῥίζα γὰρ πάντων τῶν κακῶν ἐστιν ἡ φιλαργυρία → root of all the evils is the love of money, for every possible kind of evil can be motivated by the love of money
English (LSJ)
ον,
A together with the root, root and branch, τὰ δ' ἀντιτείνοντ' αὐτόπρεμν' ἀπόλλυται (sc. δένδρα) S.Ant.714, cf. Antiph.231.7; ἀνασπᾶν αὐτοπρέμνοις τοῖς λόγοισιν Ar.Ra.903 (paratrag.); αὐ. τι νέμειν give in absolute possession, A.Eu.401.
Greek (Liddell-Scott)
αὐτόπρεμνος: -ον, σὺν αὐτῇ τῇ ῥίζῃ, αὐτόρριζος, ἐπὶ δένδρων, τὰ δ’ ἀντιτείνοντ’ αὐτόπρεμν’ ἀπόλλυται Σοφ. Ἀντ. 714· πρβλ. Ἀντιφάν. ἐν Ἀδήλ. 10· αὐτοπρέμνοις τοῖς λόγοισιν Ἀριστοφ. Βάτρ. 903· ὁλόκληρος, Αἰσχύλ. Εὐμ. 401.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
avec les racines elles-mêmes, càd entier ; αὐτόπρεμνόν τι διδόναι ESCHL donner qch avec les racines, càd en toute propriété.
Étymologie: αὐτός, πρέμνον.