Κυπαρίσσιος

From LSJ

Γυνὴ γὰρ οἴκῳ πῆμα καὶ σωτηρία → Mulier familiae pestis est, mulier salusBane and salvation to a house is woman → Die Frau ist nämlich Leid und Rettung für das Haus

Menander, Monostichoi, 85

Greek Monolingual

Κυπαρίσσιος, ὁ (Α) κυπάρισσος
τίτλος του Απόλλωνος στην Κω.