καὶ παρὰ δύναμιν τολμηταὶ καὶ παρὰ γνώμην κινδυνευταὶ καὶ ἐν τοῖς δεινοῖς εὐέλπιδες → they are bold beyond their strength, venturesome beyond their better judgment, and sanguine in the face of dangers
-η, -ο (AM ἔκνομος, -ον)
παράνομος, άδικος («ἐκνομη ενέργεια»)
μσν.- νεοελλ.
το ουδ. ως ουσ. το έκνομον
παρανομία
αρχ.
1. αποκηρυγμένος
2. τερατώδης, αποτρόπαιος.