Ζῶμεν γὰρ οὐχ ὡς θέλομεν, ἀλλ' ὡς δυνάμεθα → Ut quimus, haud ut volumus, aevum ducimus → nicht wie wir wollen, sondern können, leben wir
το (Α ἔκταμα)
το αποτέλεσμα του εκτείνω, η έκταση, το μήκος κατά το οποίο εκτείνεται κάτι
νεοελλ.
ναυτ. το μήκος που έχει η αλυσίδα της άγκυρας του πλοίου, αλλιώς κάθεμα, κν. καλούμο.