Ἡμερὶ πανθέλκτειρα, μεθυτρόφε, μῆτερ ὀπώρας ... → All-soothing vine, nurse of the wine, vintage's mother ... (Anthologia Palatina 7.24.1)
(-άω και -έω)κατακρατώ κάτι άδικα, παράνομα.[ΕΤΥΜΟΛΟΓΙΑ < αδικο- + κρατώ.ΠΑΡ. αδικοκρατία].