αναδιάρθρωση

From LSJ

Πολλοὺς ὁ πόλεμος δι' ὀλίγους ἀπώλεσεν → Bellum paucorum gratia aufert plurimos → Der Krieg vernichtet viele wegen weniger

Menander, Monostichoi, 443

Greek Monolingual

η
αναδιαρθρώ η εκ νέου διάρθρωση, ο εκ νέου καθορισμός της λειτουργίας ορισμένων υπηρεσιών ή προγραμματισμού δραστηριοτήτων.