βαλές

From LSJ

Ἐχθροῖς ἀπιστῶν οὔποτ' ἂν πάθοις βλάβην → Minus dolebis, quo hostibus credes minus → Dem Feind misstrauend bleibst von Schaden du verschont

Menander, Monostichoi, 164

Greek Monolingual

ο
1. ακόλουθος, υπηρέτης
2. φιγούρα της τράπουλας, ο φάντης.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γαλλ. valet].