γραφομηχανή

From LSJ

τὸ δ' ἐξαίφνης τὸ ἐν ἀναισθήτῳ χρόνῳ διὰ μικρότητα ἐκστάν → suddenly refers to what has departed from its former condition in a time imperceptible because of its smallness

Source

Greek Monolingual

η
συσκευή με πλήκτρα με την οποία αποτυπώνονται σε ένα ή πολλά αντίγραφα χαρτιού γράμματα του αλφαβήτου, τόνοι, σημεία στίξεως κ.λπ.
[ΕΤΥΜΟΛ. < γράφω + μηχανή. Απόδοση στα Ελληνικά ξεν. όρου (πρβλ. γαλλ. machine aecrire). Η ελλ. λ. μαρτυρείται από το 1889 στην εφημερίδα Ακρόπολις].