μηδὲν κοτυλίζειν, ἀλλὰ καταπάττειν χύδην → not to sell by the cupful, but to dole out indiscriminately | not to sell by retail but wholesale
το (Μ δάσωμαν) δασώνω1. το δάσος2. (για μαλλιά) η πυκνότητα.