ἕως τοῦ ἔξω τόπου περισπᾶται → be drawn away and expanded
1. προσαρμόζω στον τοίχο, στην επιφάνειά του («εντοιχίζω αναμνηστική πλάκα»)2. εγκλείω μέσα σε τοίχο3. περικλείω με τοίχο, φράζω τις εξόδους με τοίχο.