Βιοῖ γὰρ οὐδείς, ὃν προαιρεῖται βίον → Homo nullus aevum degit arbitri sui → Denn keiner lebt sein Leben, wie er es geplant
(AM ἐπαιτῶ, -έω) αιτώ
ζητώ ελεημοσύνη, ζητιανεύω («ἐκ σέθεν δ' ἀλώμενος ἄλλους ἐπαιτῶτον καθ' ἡμέραν βίον», Σοφ.)
νεοελλ.
ζητώ επίμονα και εξευτελιστικά («επαιτεί τη συμπάθεια»)
αρχ.
1. ζητώ κάτι επί πλέον («εἰ καὶ κέ νυ οἴκοθεν ἄλλο μεῖζον ἐπαιτήσειας», Ομ. Ιλ.)
2. (απλώς) ζητώ.