τά γε μὰν λίνα πάντα λελοίπει ἐκ Μοιρᾶν → but all the thread granted him by the Fates had run out
ἐπιθλίβω (AM)μσν.καταπιέζω κάποιοναρχ.1. πιέζω κάτι από πάνω2. πατώ, καταπατώ3. συνωθώ, συσσωρεύω4. καταπνίγω, παραλύω5. μτφ. ενοχλώ, στενοχωρώ κάποιον.