ευκολοδιάβαστος

From LSJ

Βουλῆς γὰρ ὀρθῆς οὐδὲν ἀσφαλέστερον → Nam tutior res nulla consilio bono → Denn nichts führt weniger irre als ein guter Rat

Menander, Monostichoi, 68

Greek Monolingual

-η, -ο
αυτός που μπορεί κάποιος να τον διαβάσει εύκολα, ο ευανάγνωστος, ο ευκρινής.